ΕΡΕΥΝΑ & ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

Το EXIT έχει διαρθρωθεί σε τρεις φάσεις:

 

Φάση Α’, ΑΝΑΠΤΥΣΣΟΝΤΑΣ ΕΝΝΟΙΟΛΟΓΙΚΗ ΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ

Οικοδόμηση γνώσεων σχετικά με την έννοια των «λιγότερο ανεπτυγμένων» περιοχών

Η έννοια των εδαφικών ανισοτήτων έχει προσελκύσει αυξανόμενη πολιτική, δημοσιογραφική και ακαδημαϊκή προσοχή τον τελευταίο καιρό. Ωστόσο, οι αντιλήψεις για το τι σημαίνει για μια συγκεκριμένη περιοχή να έχει «μείνει πίσω» και να χαρακτηρίζεται ως «λιγότερο ανεπτυγμένη» ποικίλλουν και υπόκεινται σε διαφορετικές ερμηνείες. Μερικές φορές κατανοούνται μόνο μέσω οικονομικών δεικτών στέρησης ή/και στασιμότητας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις θεωρούνται ως συγκεκριμένες περιοχές με διαφοροποιημένα κοινωνικοοικονομικά χαρακτηριστικά τόσο της περιοχής όσο και του πληθυσμού, που ορίζονται από διαφορετικά σύνολα μεταβλητών ή ακόμη και ως μία ιδιαίτερη εμπειρία κατοίκησης. Το έργο EXIT θα αναλύσει τις χρήσεις της έννοιας σε ακαδημαϊκά και πολιτικά περιβάλλοντα και θα επικεντρωθεί στη διαλεκτική κατασκευή της, ώστε να διευκολύνει την τοποθέτηση της σε διαφορετικές οικονομίες χάραξης πολιτικής και για να μετρηθεί η απήχησή της στην πραγματικότητα που βιώνουν οι κάτοικοι περιοχών που χαρακτηρίζονται ως «λιγότερο ανεπτυγμένες».

Φάση Β’, ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ

Χαρτογράφηση των ανισοτήτων και των αιτιών τους από μια διαθεματική οπτική: κοινωνικοοικονομικά δεδομένα, εμπειρίες και αντιλήψεις για τις ανισότητες στις «λιγότερο ανεπτυγμένες» περιοχές

Η δεύτερη φάση του έργου συνδυάζει την ανάλυση πολιτικών και δευτερογενών δεδομένων με την εθνογραφική έρευνα για την οικοδόμηση μιας ολοκληρωμένης κατανόησης της εδαφικής ανισότητας (γιατί η εδαφική ανισότητα αυξάνεται) και της εμπειρίας αυτής της ανισότητας από μια διαθεματική προσέγγιση (πώς η εδαφική ανισότητα βιώνεται και γίνεται αντιληπτή).
Το έργο EXIT θα διεξάγει εμπεριστατωμένη εμπειρική έρευνα των περιοχών που χαρακτηρίζονται από εδαφικές ανισότητες. Η ανάλυση των δεδομένων των οικονομικών δεικτών σε τοπικό επίπεδο θα δημιουργήσει μια επισκόπηση της εξέλιξης των ανισοτήτων τα τελευταία χρόνια σε αυτές τις περιοχές και θα μας επιτρέψει να αξιολογήσουμε σε ποιο βαθμό, ορισμένα από αυτά τα χαρακτηριστικά, σε αυτές και τις γειτονικές περιοχές, ευθύνονται για τις εδαφικές ανισότητες στις «λιγότερο ανεπτυγμένες» περιοχές. Η ανάλυση των πολιτικών που αποσκοπούν στην αντιμετώπιση των αυξανόμενων εδαφικών ανισοτήτων, συμπεριλαμβανομένων ομάδων εστίασης με φορείς χάραξης πολιτικής και βασικούς τοπικούς φορείς (συνδικάτα, ομάδες ακτιβιστών, ΜΚΟ κ.λπ.), καθώς και μίας διαδικτυακής έρευνας που θα εξετάσει τις απόψεις σχετικά με τις βασικές πολιτικές και τις αντιλήψεις για την ανισότητα, θα συμβάλουν στην κατανόηση του χάσματος μεταξύ πολιτικής και επιπτώσεων, θα θέσουν τις βάσεις για τη φάση Γ’ και θα καθορίσουν τα βασικά ερωτήματα για τα επόμενα στάδια της έρευνας.
Η εκτεταμένη έρευνα πεδίου θα συνδυάσει συνεντεύξεις και συμμετοχική παρατήρηση βασικών χώρων εντός των καθορισμένων περιοχών που χαρακτηρίζονται ως «λιγότερο ανεπτυγμένες». Αυτό θα επιτρέψει την απόκτηση μιας ολοκληρωμένης κατανόησης της εμπειρίας των εδαφικών ανισοτήτων από μια διαθεματική οπτική που εξετάζει πώς αυτές διασταυρώνονται με άλλους άξονες ανισότητας, συμπεριλαμβανομένων περιβαλλοντικών και έμφυλων παραγόντων, και παραγόντων αντιπροσώπευσης.
Τα συνδυασμένα αποτελέσματα αυτών των μεθόδων θα επιτρέψουν τον εντοπισμό κενών μεταξύ των κοινωνικοοικονομικών και πολιτικών παραγόντων της ανισότητας και της βιωμένης εμπειρίας τους. Αυτό θα προσφέρει μια μοναδική εικόνα για τον τρόπο αντιμετώπισης του χάσματος μεταξύ πολιτικής και επιπτώσεων.

Φάση Γ’, ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΗ ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΧΑΡΑΞΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

Προσδιορισμός και αναβάθμιση βασικών στρατηγικών αντοχής και ανθεκτικότητας που εφαρμόζονται στο πεδίο και αντιμετωπίζουν τα αίτια και τις συνέπειες της αυξανόμενης εδαφικής ανισότητας

Στην τρίτη φάση, θα προσδιοριστούν στρατηγικές αντοχής και ανθεκτικότητας για την αντιμετώπιση των εδαφικών ανισοτήτων μεταξύ φορέων, πρακτικών και πόρων που δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν στις πολιτικές και στο πλαίσιο της αυξανόμενης εδαφικής ανισότητας. Αυτό θα συμβάλει στην προώθηση της κατανόησης των αναγκών, καθώς και των επιπτώσεων της πολιτικής στις τοπικές κοινότητες και των αντιδράσεών τους (ή της έλλειψής τους) απέναντι στις τάσεις της αυξανόμενης εδαφικής ανισότητας. Με βάση τα παραπάνω, η τρίτη φάση του έργου αποσκοπεί στην προώθηση της συμμετοχής των κοινοτήτων στη χάραξη πολιτικής. Ξεκινώντας με ένα εργαστήριο «ενδυνάμωσης» σε κάθε έναν από τους τόπους έρευνας, το έργο θα επιστρέψει τα αποτελέσματα της ανάλυσης των πολιτικών, των αντιλήψεων και των εμπειριών στους συμμετέχοντες για αξιολόγηση. Τα εργαστήρια αυτά θα παράσχουν στους συμμετέχοντες πολίτες, εργαλεία για τη συμμετοχή τους σε δύο γύρους διαβουλεύσεων με φορείς χάραξης πολιτικής, εμπειρογνώμονες και άλλους βασικούς φορείς (κοινωνικούς εταίρους, ΜΚΟ, οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών κ.λπ.). Αυτοί οι γύροι διαβούλευσης θα οδηγήσουν στην παραγωγή ποικίλων αποτελεσμάτων που θα απευθύνονται στους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής σε διάφορα επίπεδα, για την ενίσχυση της συνεργασίας με τους τοπικούς φορείς, την αποτελεσματική ανταπόκριση στις ανάγκες των περιοχών που είναι «λιγότερο ανεπτυγμένες», την αντιμετώπιση του χάσματος μεταξύ της πολιτικής και της εφαρμογής της και την αντιμετώπιση των αντιλήψεων εγκατάλειψης μεταξύ των πολιτών.